...είναι η φορεσιά, που την φορούσαν στα περισσότερα χωριά του Πωγωνίου.
Την «Ομπόλια», είναι το πιο χαρακτηριστικό εξάρτημα της Πωγωνίσιας φορεσιάς. Η μεταξωτή και σαφρανισμένη (υποκίτρινη) ομπόλια, είναι η πιο καλή και φοριέται από τις νέες γυναίκες. Το μήκος της είναι περίπου 4 μέτρα και πλάτους 0,25 εκ.
Όλες οι ομπόλιες, έχουν στα δύο τους άκρα (την ρούσα), μια κόκκινη γραμμή περίπου ένα δάκτυλο φάρδος, που υφαίνεται με κόκκινα βαμβακερά νήματα.
Για να "έρθει" καλά η ομπόλια, πρέπει η μία ρούσα (το ένα κόκκινο σημάδι) να "έρχεται" ανάμεσα στο δεξί φρύδι και στο αυτί. Η άλλη να "έρχεται" στο πίσω μέρος του κεφαλιού.
Σημ: Το φακιόλι, είναι αυτό που δείχνει εάν η γυναίκα είναι καλοντυμένη η όχι !
ΑΣ ΤΟ ΠΡΟΣΕΞΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΣ ΑΥΤΟ !
Συνεχίζοντας έχουμε...
Το Ρουτί μακρύ ολόλευκο πουκάμισο με φαρδιά μανίκια, το οποίο για τις γιορτινές ημέρες έχει ξεχωριστό γιακά (λαιμαριά) στολισμένο με δοντίτσι, από κίτρινο μεταξωτό νήμα.
Το Σεγκούνι - Σαγιάκι
-Το Σεγκούνι το φορούσαν οι ανύπαντρες κοπέλες και ηλικιωμένες γυναίκες και είχε άσπρα γαϊτάνια.
-Το Σαγιάκι, ήταν το καλό και επίσημο ένδυμα και το φορούσαν οι παντρεμένες νέες γυναίκες, είναι στολισμένο με κόκκινες φούντες και έχει μαύρα γαϊτάνια.
Ήταν μάλλινο - τσόχινο ένδυμα, χρώματος υπόλευκου, που φοριέται πάνω από το «Ρουτί».
Το Ζωνάρι, φοριέται πάνω από το Σαγιάκι - Σεγκούνι, έχει μήκος 3 με 4 περίπου μέτρα και πλάτος 35 περίπου εκ. με κρόσσια στις άκρες. Τυλίγεται 2-3 φορές στην μέση (διπλωμένο).
Την Ζώνα, τυλίγεται διπλή πολλές φορές, γύρω από το ζωνάρι. Είναι μάλλινη, κόκκινου χρώματος και υφαίνεται σε ειδικό χτένι.
Την Ποδιά, φοριέται πάνω από το ζωνάρι, η πιο επίσημη ποδιά είναι η σαγιακιένια και στερεώνεται στην μέση με την Ζώνα. Υπάρχει και η μεταξωτή κεντημένη.
Τον Ντουλαμά (Αλατζά), που φοριέται πάνω από το Σεγκούνι - Σαγιάκι. Είναι κοντό ένδυμα με μακριά μανίκια, συνήθως από μεταξωτό ύφασμα και χρωματιστός με κεντήματα. Οι καλοί Ντουλαμάδες είχαν κεντητό τελείωμα.
Η Φούστα, φοριέται τις γιορτινές ημέρες, πάνω από το ρουτί και κάτω από το Σαγιάκι, με κέντημα πολύχρωμο σε σκούρο φόντο.
Κάλτσες η καλτσοπρόποδα και πατούνες. Οι πρώτες αποτελούνται από την κάλτσα που καλύπτει την κνήμη από το γόνατο όπου και δένεται με ένα κορδόνι, μέχρι τον αστράγαλο. Τα καλτσοπρόποδα στολίζονται με κεντήματα. Μετά αντικαταστάθηκαν με τις πατούνες, που είναι λευκές μάλλινες πλεκτές κάλτσες, με κεντήματα χρωματιστά στις άκρες και στις μύτες.
Σημ: Έως τον 20ο αιώνα πάνω από τον ντουλαμά χρησιμοποιούνταν και άλλος εξωτερικός επενδύτης. Τέτοιοι ήταν το νυφικό πανωσάγιακο, η φλοκάτη (αδιακόσμητο αμάνικο σεγκούνι), αντερί (μαύρο αμάνικο σεγκούνι) με λιτή διακόσμηση.
Πιο αναλυτικά...
Η Πωγωνίσια φορεσιά είναι αρκετά σύνθετη. Περιλαμβάνει το πουκάμισο ή ρουτί, το οποίο είναι αρκετά φαρδύ και μακρύ. Αρχικά έφτανε έως τον αστράγαλο αλλά σταδιακά το μήκος του μειώθηκε και έφτασε ως την κνήμη. Έχει φαρδιά μανίκια, βαθύ άνοιγμα στο στήθος και πλατύ γιακά που φοριέται έξω από το σαγιάκι και το ντουλαμά. Ορατά ήταν η λαιμαριά (γιακάς) και ο ποδόγυρος του γι’ αυτό και ήταν διακοσμημένα με διάφορα δοντίτσια !
Το σεγκούνι στο Πωγώνι υποδηλώνει τον επενδύτη που φορούν οι ανύπαντρες και οι χήρες, ενώ το σαγιάκι είναι ο επενδύτης που φορά η γυναίκα στο γάμο της και το κρατά για όλη της τη ζωή. Το σεγκούνι και το σαγιάκι της πωγωνίσιας ενδυμασίας είναι λευκό, αλλά στα δυτικότερα χωριά για τις χήρες και ηλικιωμένες ήταν μαύρα. Το σεγκούνι και το σαγιάκι διαφέρουν στην διακόσμηση (το σεγκούνι διακοσμείται με λευκά γαϊτάνια ενώ το σαγιάκι με μαύρα) αλλά και στην ύφανση. Το σεγκούνι κατασκευάζεται από δίμιτο, λευκό της νεροτριβής, υφαντό από τις γυναίκες, ενώ το σαγιάκι από αγοραστό ύφασμα. Οι γυναίκες για την προίκα τους έραβαν 2 ή 3 σαγιάκια για τις γιορτινές και επίσημες ημέρες και αρκετά σεγκούνια τα οποία ήταν το ένδυμα των ανύπαντρων γυναικών και χρησιμοποιούνταν από όλες κατά τις καθημερινές τους εργασίες.
Άλλο βασικό στοιχείο της πωγωνίσιας φορεσιάς ήταν το ζωνάρι, με μάκρος που έφτανε τα 4μ. και υφαίνονταν από τις ίδιες τις γυναίκες με άσπρα νήματα και έπειτα βάφονταν μαύρο, κατέληγε σε κρόσια με φούντες, είχε ανάγλυφη υφή, διπλωνόταν στη μέση με το ανοιχτό μέρος προς τα επάνω ώστε να δημιουργεί είδος τσέπης για μικροαντικείμενα. Τυλίγονταν πολλές φορές γύρω από τη μέση. Υπήρχε και μία δεύτερη ζώνη, η ζώνα, πολύ μακριά έως και 14 μ., και αυτή από μάλλινα νήματα, βαμμένα κόκκινα, σπανιότερα πράσινα και κίτρινα.
Στο Πωγώνι επικράτησε η σαγιακένια ποδιά. Χρησιμοποιήθηκε ως γιορτινή έως το 1920 και ως νυφική, από κει και έπειτα επικρατούν οι μεταξωτές. Είναι δίφυλλη και στολίζεται κατά μήκος με λευκά γαϊτάνια. Οι σαγιακένιες ποδιές στηρίζονται στη ζώνα και δεν έχουν ποδιόσχοινα. Αποτελούν σημαντικό στοιχείο της νυφικής φορεσιάς αλλά και για όσο η παντρεμένη γυναίκα θεωρείται νέα. Πολύ διαδεδομένη ήταν και η υφαντή ποδιά, η «δεύτερη» η οποία ήταν δίφυλλη από αγοραστά νήματα, με ρίγες, με ποδιόσχοινα. Ήταν το κατεξοχήν ρούχο για τις καθημερινές δουλειές.
Ντουλαμάς ονομάζεται κάθε είδος κοντού επενδύτη, με μακριά μανίκια, με χαρακτηριστικές απολήξεις στα άκρα τα λεγόμενα καπάκια. Η ονομασία τους διαφοροποιείται ανάλογα με την ποιότητα του υφάσματος ή την προέλευσή του. Οι μεταξωτοί λέγονται αλατζάδες και είναι και νυφικοί, οι βελούδινοι κατιφέδες, οι αραδιακοί πολίτικοι. Τους έραβαν ράφτες και στολίζονταν με γαϊτάνια στην περιφέρεια τους. Είναι φοδραρισμένος με ένα δεύτερο ύφασμα στο εσωτερικό του. Οι γυναίκες έχουν πάντα σηκωμένα τα καπάκια και τα κατεβάζουν μόνο όταν χορεύουν.
Το εντυπωσιακότερο στοιχείο της πωγωνίσιας φορεσιάς είναι η ομπόλια. Πρόκειται για μία λωρίδα μήκους 3-4 μ. που τυλίγεται στο κεφάλι των γυναικών με ιδιαίτερο τρόπο. Γινόταν από διάφορα υλικά, λινό, κανναβόπανο, συρματένιες δηλαδή μεταξωτές. Έχει χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα, βαμμένη με σαφράνι. Στα άκρα της ομπόλιας διακρίνονται δύο κόκκινες λωρίδες, υφασμένες με βαμβακερές κλωστές. Η μία λέγεται ρούσα και είναι εκείνο το άκρο που κατά το φακιόλιασμα καταλήγει περίπου στο ύψος του δεξιού κροτάφου. Το άλλο άκρο λέγεται φούντα και κρέμεται στον τράχηλο.
Γιορτινή φορεσιά του 19ου αιώνα από το Πωγώνι. Επικρατεί ο λευκός χαρακτηριστικός κεφαλόδεσμος, συμπληρωμένος με περίτεχνα κοσμήματα όπου δεσπόζει ο δικέφαλος αετός. Στην πραγματικότητα πρόκειται για νυφιάτικη φορεσιά που φορά η νεόνυμφη μετά το γάμο. Αποτελείται από: ρούτι, δηλ. άσπρο βαμβακερό πουκάμισο, εσωτερικό ριγωτό γιλέκο, σεγιάκι, δηλ. μακρύ μάλλινο φόρεμα κατακόρυφα ανοικτό εμπρός στολισμένο στο στήθος με καφέ τσόχα και καπνισμένα κουμπιά, μεταξωτός κλαδωτός ντουλαμάς κεντημένος με μεταξωτά κορδόνια, εξωτερικό σεγιάκι στολισμένο με κόκκινες φούντες. Την φορεσιά συμπληρώνουν μαύρο ζωνάρι στην μέση με μακριές μαύρες φούντες και μάλλινη ποδιά, σαγοποδιά, που σφίγγει με λεπτό μαύρο σειρήτι. Το κεφάλι καλύπτει λευκή μπόλια με δύο κάθετες στενές ταινίες στις άκρες.
Το σεγκούνι στο Πωγώνι υποδηλώνει τον επενδύτη που φορούν οι ανύπαντρες και οι χήρες, ενώ το σαγιάκι είναι ο επενδύτης που φορά η γυναίκα στο γάμο της και το κρατά για όλη της τη ζωή. Το σεγκούνι και το σαγιάκι της πωγωνίσιας ενδυμασίας είναι λευκό, αλλά στα δυτικότερα χωριά για τις χήρες και ηλικιωμένες ήταν μαύρα. Το σεγκούνι και το σαγιάκι διαφέρουν στην διακόσμηση (το σεγκούνι διακοσμείται με λευκά γαϊτάνια ενώ το σαγιάκι με μαύρα) αλλά και στην ύφανση. Το σεγκούνι κατασκευάζεται από δίμιτο, λευκό της νεροτριβής, υφαντό από τις γυναίκες, ενώ το σαγιάκι από αγοραστό ύφασμα. Οι γυναίκες για την προίκα τους έραβαν 2 ή 3 σαγιάκια για τις γιορτινές και επίσημες ημέρες και αρκετά σεγκούνια τα οποία ήταν το ένδυμα των ανύπαντρων γυναικών και χρησιμοποιούνταν από όλες κατά τις καθημερινές τους εργασίες.
Άλλο βασικό στοιχείο της πωγωνίσιας φορεσιάς ήταν το ζωνάρι, με μάκρος που έφτανε τα 4μ. και υφαίνονταν από τις ίδιες τις γυναίκες με άσπρα νήματα και έπειτα βάφονταν μαύρο, κατέληγε σε κρόσια με φούντες, είχε ανάγλυφη υφή, διπλωνόταν στη μέση με το ανοιχτό μέρος προς τα επάνω ώστε να δημιουργεί είδος τσέπης για μικροαντικείμενα. Τυλίγονταν πολλές φορές γύρω από τη μέση. Υπήρχε και μία δεύτερη ζώνη, η ζώνα, πολύ μακριά έως και 14 μ., και αυτή από μάλλινα νήματα, βαμμένα κόκκινα, σπανιότερα πράσινα και κίτρινα.
Στο Πωγώνι επικράτησε η σαγιακένια ποδιά. Χρησιμοποιήθηκε ως γιορτινή έως το 1920 και ως νυφική, από κει και έπειτα επικρατούν οι μεταξωτές. Είναι δίφυλλη και στολίζεται κατά μήκος με λευκά γαϊτάνια. Οι σαγιακένιες ποδιές στηρίζονται στη ζώνα και δεν έχουν ποδιόσχοινα. Αποτελούν σημαντικό στοιχείο της νυφικής φορεσιάς αλλά και για όσο η παντρεμένη γυναίκα θεωρείται νέα. Πολύ διαδεδομένη ήταν και η υφαντή ποδιά, η «δεύτερη» η οποία ήταν δίφυλλη από αγοραστά νήματα, με ρίγες, με ποδιόσχοινα. Ήταν το κατεξοχήν ρούχο για τις καθημερινές δουλειές.
Ντουλαμάς ονομάζεται κάθε είδος κοντού επενδύτη, με μακριά μανίκια, με χαρακτηριστικές απολήξεις στα άκρα τα λεγόμενα καπάκια. Η ονομασία τους διαφοροποιείται ανάλογα με την ποιότητα του υφάσματος ή την προέλευσή του. Οι μεταξωτοί λέγονται αλατζάδες και είναι και νυφικοί, οι βελούδινοι κατιφέδες, οι αραδιακοί πολίτικοι. Τους έραβαν ράφτες και στολίζονταν με γαϊτάνια στην περιφέρεια τους. Είναι φοδραρισμένος με ένα δεύτερο ύφασμα στο εσωτερικό του. Οι γυναίκες έχουν πάντα σηκωμένα τα καπάκια και τα κατεβάζουν μόνο όταν χορεύουν.
Το εντυπωσιακότερο στοιχείο της πωγωνίσιας φορεσιάς είναι η ομπόλια. Πρόκειται για μία λωρίδα μήκους 3-4 μ. που τυλίγεται στο κεφάλι των γυναικών με ιδιαίτερο τρόπο. Γινόταν από διάφορα υλικά, λινό, κανναβόπανο, συρματένιες δηλαδή μεταξωτές. Έχει χαρακτηριστικό κίτρινο χρώμα, βαμμένη με σαφράνι. Στα άκρα της ομπόλιας διακρίνονται δύο κόκκινες λωρίδες, υφασμένες με βαμβακερές κλωστές. Η μία λέγεται ρούσα και είναι εκείνο το άκρο που κατά το φακιόλιασμα καταλήγει περίπου στο ύψος του δεξιού κροτάφου. Το άλλο άκρο λέγεται φούντα και κρέμεται στον τράχηλο.
Γιορτινή φορεσιά του 19ου αιώνα από το Πωγώνι. Επικρατεί ο λευκός χαρακτηριστικός κεφαλόδεσμος, συμπληρωμένος με περίτεχνα κοσμήματα όπου δεσπόζει ο δικέφαλος αετός. Στην πραγματικότητα πρόκειται για νυφιάτικη φορεσιά που φορά η νεόνυμφη μετά το γάμο. Αποτελείται από: ρούτι, δηλ. άσπρο βαμβακερό πουκάμισο, εσωτερικό ριγωτό γιλέκο, σεγιάκι, δηλ. μακρύ μάλλινο φόρεμα κατακόρυφα ανοικτό εμπρός στολισμένο στο στήθος με καφέ τσόχα και καπνισμένα κουμπιά, μεταξωτός κλαδωτός ντουλαμάς κεντημένος με μεταξωτά κορδόνια, εξωτερικό σεγιάκι στολισμένο με κόκκινες φούντες. Την φορεσιά συμπληρώνουν μαύρο ζωνάρι στην μέση με μακριές μαύρες φούντες και μάλλινη ποδιά, σαγοποδιά, που σφίγγει με λεπτό μαύρο σειρήτι. Το κεφάλι καλύπτει λευκή μπόλια με δύο κάθετες στενές ταινίες στις άκρες.
Η σύνθεση της Πωγωνίσιας φορεσιάς παρουσιάζει παραλλαγές, ανάλογα κυρίως με την ηλικιακή και κοινωνική κατάσταση της γυναίκας (αρραβωνιασμένη, παντρεμένη, νέα, περασμένης ηλικίας) αλλά και με την οικονομική κατάσταση της οικογένειας. Διαφοροποιήσεις υπήρχαν από χωριό σε χωριό, κυρίως στα σχέδια των ντουλαμάδων και στον τρόπο που έδεναν την ομπόλια, στο λεγόμενο φακιόλισμα, αλλά τα κόκκινα σημάδια (πόσια) έπρεπε να είναι πάντα, σε συγκεκριμένα σημεία. Μεγάλη σημασία σαν όρος αναφοράς έχει η έννοια “νύφη”, η οποία δε χαρακτηρίζει κατά απόλυτη έννοια μια κοπέλα την ημέρα του γάμου της αλλά γενικότερα τις νιόπαντρες, τις γυναίκες στην καλύτερή τους ηλικία, “που στολίζονται”.Η ιδιαίτερα στολισμένη ενδυμασία “των νυφάδων” αποτελεί την ενδυματολογική παραλλαγή που υπάρχει ως τις ημέρες μας.
Τα “σεγκούνια” τα πρωτοφορούσαν οι γυναίκες στους αρραβώνες τους και στη συνέχεια αποτελούσαν τον αποκλειστικό τρόπο ένδυσης.
Τα τελευταία χρόνια πριν την κατάργηση της φορεσιάς οι γυναίκες τη φορούσαν μόνο στο γάμο τους και για μικρό χρονικό διάστημα μετά, “όσο ήταν νυφάδες”.
Τα τελευταία χρόνια πριν την κατάργηση της φορεσιάς οι γυναίκες τη φορούσαν μόνο στο γάμο τους και για μικρό χρονικό διάστημα μετά, “όσο ήταν νυφάδες”.
Σημ: 1) Ας το διαβάσουν (εάν θέλουν) όσοι δεν ξέρουν, τα περί Πωγωνίσιας φορεσιάς !
2) Στις φωτογραφίες γυναίκες του χωριού μας !
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου