Ο ασβέστης, ως άριστο δομικό υλικό, είναι απαραίτητος για κάθε οικοδομική εργασία. Τον παλιό, καλό καιρό που το χωριό μας βρισκόταν σε ανοικοδόμηση, λειτουργούσαν αρκετές ασβεσταριές (καμίνια) πάντα κοντά σε ποτάμι, προκειμένου να καλύψουν τις τοπικές ανάγκες, μιας και η προμήθεια έτοιμου ασβέστη από άλλες περιοχές ήταν χρονοβόρα και πολυέξοδη.
Όταν ήθελε να χτίσει κάποιος σπίτι, έπρεπε πριν ακόμα καλέσει τους κτίστες να εξασφαλίσει τα υλικά: ασβέστη, ξυλεία, πέτρα, άμμο. Την άμμο την έβγαζαν στο ποτάμι και την κουβαλούσαν με τα μουλάρια μέσα σε ειδικές ξύλινες κάσες ή τσουβάλια, όπως και το νερό που το κουβαλούσαν σε βαρέλες.
Ήταν απαραίτητο να συγκροτηθεί μια ομάδα τουλάχιστον τεσσάρων ατόμων. Τα άτομα αυτά.. ή είχαν ανάγκη από ασβέστη ή την πωλούσαν στους συγχωριανούς τους. Και υπήρχαν πολλοί, χωρίς να είναι επαγγελματίες ασβεστάδες, που γνώριζαν την τέχνη να κατασκευάζουν ασβέστη.Όλες οι ασβεσταριές (καμίνια) του χωριού μας (είχαν και οι.. Γ. Μπίλης βλ φωτ., Σπ. Κώστας κ.α.), βρίσκονταν κοντά σε δρόμο (χωμάτινο τότε) για άμεση πρόσβαση στις πρώτες ύλες, όπως ξύλα, νερό και άσπρες πέτρες με τη μορφή άμορφου ασβεστόλιθου.
Εκεί χτιζόταν από χωριανούς μας, έμπειρους ειδικούς τεχνίτες (αρχιμάστορα τον Χρ. Σέκκας και τους Χρ. Σδούκος, Η. Βοδίνος, Βαγ. Τζιότζιο κ.α.), ένα κυκλικό οικοδόμημα (σε διάφορα σημεία του χωριού μας, υπάρχουν ακόμα απομεινάρια από αυτές τις ασβεσταριές).
Σε γενικές γραμμές έχτιζαν με ανθεκτική πέτρα έναν πολύ μεγάλο φούρνο, στο εσωτερικό της ασβεσταριάς, τοποθετούσαν με επιδεξιότητα τις ασβεστολιθικές πέτρες σε κυκλικό πυραμοειδές λιθοσωρό, στο κατώτερο μέρος έστρωναν πλακερές πέτρες για να συγκρατούν τις στρογγυλές που τοποθετούσαν από πάνω.Άφηναν οπωσδήποτε στο κάτω μέρος, ένα άνοιγμα για να ρίχνουν τα ξύλα και από πάνω έριχναν πέτρες και χώμα, ώστε να μένει εγκλωβισμένη η θερμοκρασία.
Φρόντιζαν να μεταφερθούν μεγάλες ποσότητες από ξύλα και αφού άναβαν φωτιά, έριχναν κατά διαστήματα από το άνοιγμα αρκετά ξύλα, ώστε να καίει συνεχώς η φωτιά. Η διαδικασία αυτή διαρκούσε περίπου δυο - τρία μερόνυχτα, χωρίς σταματημό. Με τη μεγάλη θερμοκρασία ο ασβεστόλιθος γινόταν ασβέστη.Οι περισσότεροι χωριανοί μας, αγόραζαν ασβέστη ακόμα και αν δεν την είχαν άμεση ανάγκη. Τη μετέφεραν στο σπίτι, άνοιγαν ένα λάκκο, τον γέμιζαν νερό και εκεί «έσβηναν» τον ασβέστη. Αφού γινόταν ένας σφιχτός πολτός, τον σκέπαζαν με χώμα και τη διατηρούσαν εκεί για χρόνια, χωρίς να πάθει τίποτα. Κάθε φορά που είχαν ανάγκη από ασβέστη, άνοιγαν το λάκκο, έπαιρναν την ποσότητα που ήθελαν και τον έκλειναν ξανά με χώμα. Κυρίως, όμως, μ’ αυτό τον τρόπο εξασφάλιζε την ασβέστη εκείνος που ήθελε να χτίσει σπίτι.
Με τον ασβέστη, άσπριζαν τα σοκάκια του χωριού μας, τα δωμάτια, τα ντιβάρια, τις σκάλες, τους τοίχους κλπ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου